Amphoriskos
Χρονολόγηση5ος αι. π.Χ.
Date
5th c. BC
MediumΓυαλί
Medium
Glass
Dimensions6.5εκ. × 5εκ. × 3εκ.
Dimensions
6.5 × 3 × 5 cm
ClassificationΓυάλινα
Classification
Vases
Αριθμός ΑντικειμένουΝΓ0241
Object Number
ΝΓ0241
ΠερίοδοςΚλασική περίοδος
Period
Περιγραφή Ο αμφορίσκος (αρωματοδοχείο) έχει χαμηλό λαιμό ενώ οι δύο λαβές έχουν δουλευτεί χωριστά και προστεθεί στο αγγείο μετά την τελική διαμόρφωσή του. Το σώμα του αμφορίσκου κοσμείται με γαλάζιες και κίτρινες ταινίες, καθώς και γαλάζιες τεθλασμένες γραμμές.Classical period
Description
Further InformationAmphoriskos (vase for perfume oils) with a short neck and two handles, which were made separately and attached to the vase. The body is decorated with light blue and yellow bands forming parallel or zig-zag patterns.
Core-forming was the most popular method to produce glass vessels until Roman times (31 BC-324 AD), when the much more effective technique of blown glass was invented. At the end of a wooden or metal rod, the craftsman attached a core made of fire-proof material (e.g. clay) and then coated it with molten glass until it was completely covered. Frequently, for decorative purposes, the craftsman used bands of different colours, which he pulled across the surface with a sharp tool while still molten, creating a combination of wavy, zig-zag or linear patterns. At the end, additional elements, such as the neck or the handle, were attached to the vase. Glass vessels imitate small contemporary clay shapes, such as alabastra, amphoriskoi, aryballoi, oinochoai, etc. They were mainly used for perfumed oils and are found in both settlements and sanctuaries. More frequently, however, they are found in graves, where they were offered as burial gifts.
Η τεχνική του πυρήνα υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής για την παρασκευή γυάλινων αντικειμένων, κατά κανόνα μικρού μεγέθους, πριν από τη Ρωμαϊκή περίοδο (31 π.Χ.-324 μ.Χ.), οπότε και ανακαλύφθηκε η πολύ αποτελεσματικότερη τεχνική του φυσητού γυαλιού. Πάνω σε μία ξύλινη ή πιθανότατα μεταλλική ράβδο προσαρμοζόταν πυρήνας από πυρίμαχο υλικό (π.χ. πηλό), ο οποίος εμβαπτιζόταν σε λιωμένο γυαλί μέχρι να καλυφθεί η επιφάνειά του. Συχνά, ο υαλουργός χρησιμοποιούσε ταινίες από γυαλιά άλλων χρωμάτων, τις οποίες, καθώς βρίσκονταν ακόμα σε υγρή μορφή, έσυρε με αιχμηρό εργαλείο ώστε να δημιουργηθεί συνδυασμός από ταινιωτά, κυματιστά ή τεθλασμένα σχέδια. Στο τέλος προσθέτονταν και επί πλέον μέλη, όπως λαβές, λαιμός κ.ά. Τα σχήματα μιμούνται σε μικρότερο μέγεθος σύγχρονά τους πήλινα αγγεία, όπως αλάβαστρα, αμφορίσκους, αρυβάλλους, οινοχοΐσκες. Τα γυάλινα αγγεία, που χρησιμοποιούνταν κυρίως ως αρωματοδοχεία, εντοπίζονται σε ιερά, οικισμούς ενώ, πολύ συχνά, τοποθετούνταν και ως κτερίσματα σε τάφους.