Figurine
Χρονολόγηση2400-2300 π.Χ.
Date
2400-2300 BC
MediumΛευκό μάρμαρο
Medium
White marble
Dimensions11εκ. × 3.5εκ.
Dimensions
11 cm
ClassificationΛίθινα
Classification
Stonework / Plastic
Αριθμός ΑντικειμένουΝΓ0332
Object Number
ΝΓ0332
ΠερίοδοςΠρώιμη Εποχή του Χαλκού
Period
ΠεριγραφήΕιδώλιο γυναικείας μορφής, μετακανονικού τύπου, το οποίο χαρακτηρίζεται από επίπεδες επιφάνειες. Έχει δυσανάλογα ψηλό λαιμό με έντονη κλίση προς τα εμπρός και απόληξη σε κεφάλι φιδιού. Με δύο μικρές κοιλότητες δηλώνονται τα μάτια και με οριζόντια εγχάραξη το στόμα. Στο σώμα αποδίδονται διπλωμένα τα χέρια (κατά την «κανονική διάταξη») και με ρηχές αυλακώσεις το ηβικό τρίγωνο. Τα πόδια είναι σε διάσταση και κυρτώνονται ανεπαίσθητα προς τα εμπρός. Early Bronze Age
Description
Further InformationFemale figurine of the post-canonical type, characterized by flat surfaces. The figurine has a disproportionately long neck, inclined markedly to the fore, which ends in a snake-like head. Two small cavities indicate the eyes and a horizontal incision the mouth. The arms are folded on the body (in “canonical arrangement”) and the pubic triangle is denoted with shallow grooves. The legs are shown wide apart and curve subtly forwards.
This is a highly schematic figurine, unique in Cycladic figurine sculpting. It depicts a hybrid figurine that combines human and “daemonic” characteristics, and would likely have a special apotropaic symbolism. By the end of the Early Cycladic II period (2400/2300 BC) sculptors distanced themselves from the rules and conventions that had prevailed for five hundred years in Cycladic art. The figurines of this final phase are classified overall as "post-canonical" type and are characterized by marked schematization and the perfunctory treatment of individual anatomical details.
Πρόκειται για ένα έντονα σχηματοποιημένο ειδώλιο μοναδικό στην κυκλαδική ειδωλοπλαστική. Ίσως αποδίδει μια υβριδική μορφή, η οποία συνδυάζει ανθρώπινα και «δαιμονικά» χαρακτηριστικά και ενδεχομένως θα είχε ένα ιδιαίτερο συμβολισμό αποτροπαϊκού χαρακτήρα. Στα τέλη της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙ περιόδου (2400/2300 π.Χ.) οι γλύπτες αρχίζουν να απομακρύνονται από τους κανόνες και τις συμβάσεις που κυριαρχούσαν επί πέντε αιώνες στην κατασκευή των κυκλαδικών ειδωλίων. Τα ειδώλια της φάσης αυτής αποκαλούνται «μετακανονικά» και χαρακτηρίζονται από την έντονη σχηματοποίηση των μορφών και την συνοπτική απόδοση των επί μέρους ανατομικών λεπτομερειών.