Fibula
Χρονολόγησητέλη 8ου-αρχές 7ου αι. π.Χ.
Date
late 8th-early 7th c. BC
MediumΧαλκός
Medium
Βronze
Dimensions11.5εκ. × 20εκ.
Dimensions
11.5 × 20 cm
ClassificationΜετάλλινα
Classification
Metalwork / Jewellery
Αριθμός ΑντικειμένουΝΓ0561
Object Number
ΝΓ0561
ΠερίοδοςΓεωμετρική περίοδος
Period
ΠεριγραφήΠόρπη (παραμάνα) «αττικό-βοιωτικού» τύπου με εγχάρακτη διακόσμηση
τεσσάρων ιχθύων στη μια πλευρά και πλοίου στην άλλη. Το πλοίο έχει πανιά και
κουπί ενώ πάνω από την πλώρη απεικονίζεται πουλί. Πάνω από το πλοίο διακρίνεται
το πίσω μέρος άλογου και ανάμεσα στα πόδια του ένα δεύτερο μεγαλύτερο πουλί. Τη
διακόσμηση συμπληρώνουν ρόμβοι, και γραμμικά κοσμήματα από ημικύκλια,
παράλληλες και τεθλασμένες γραμμές.Geometric period
Description
Further InformationFibula of Boeotian type, with incised decoration of four fishes on one
side and a ship with sails and oars on the other. There is a waterfowl over the
stern and a hindquarter of horse over the ship with another waterfowl under the
horse’s belly. The decoration also depicts rhombs and linear motifs like
semicircles, parallel or broken lines.
Fibulae of this kind, particularly massive for everyday use, are usually
found as votive offerings in sanctuaries or as grave goods. Their decoration
draws its subjects from nature and mythology. Popular were marine themes, as on
the illustrated example, from a grave on Skyros. All the elements of the
decoration are linked symbolically with the concept of passage to the Nether
World. However, it is possible that the presence of a ship in combination with
the horse, a paramount emblem of aristocracy in Geometric iconography; echoes
memories of the colonizing activity that the noble classes of the Greek cities
were engaged in during the second half of the 8th c. BC. Fibulae appeared in
the Aegean in the closing stages of the Mycenaean period and together with the
slightly later dress pins appear to be related to the change in female attire
and the introduction of the draped peplos (heavy woolen garment), which they
held in place on the shoulders. The earliest fibulae were small and can be
compared to modern safety pins. Shortly afterwards came the bow fibulae, most
probably of Central European provenance. From the mid-9th c. BC, a new type of
rather large bow fibulae with engraved decoration on the square catch-plate
began to be produced in Attica and then in Boeotia. This type is, therefore,
known as "Attic-Boeotian", even though its production spread
gradually to other regions (Arcadia, Crete and elsewhere).
Οι πόρπες αυτού του είδους, ιδιαίτερα ογκώδεις για καθημερινή χρήση, προσφέρονταν συνήθως ως αφιερώματα σε ιερά ή ως κτερίσματα σε ταφές. Η διακόσμησή τους αντλεί τη θεματολογία της από τη φύση και τη μυθολογία. Ιδιαίτερα αγαπητά ήταν τα θαλασσινά θέματα, όπως η συγκεκριμένη που προέρχεται από τάφο στην Σκύρο, ενώ όλα τα στοιχεία της διακόσμησης της συνδέονται συμβολικά με την έννοια της μετάβασης στον άλλο κόσμο. Όμως η απεικόνιση ενός πλοίου σε συνδυασμό με την παρουσία του αλόγου - του κατ' εξοχήν εμβλήματος της αριστοκρατίας στη γεωμετρική εικονογραφία - δεν αποκλείεται, επίσης, να απηχούν μνήμες της αποικιακής δραστηριότητας που ανέπτυξαν οι αριστοκρατικές τάξεις των ελληνικών πόλεων κατά το β΄ μισό του 8ου αι. π.Χ. Οι πόρπες εμφανίζονται στο Αιγαίο κατά τα τέλη της Μυκηναϊκής περιόδου και μαζί με τις λίγο μεταγενέστερες περόνες φαίνεται ότι σχετίζονται με την αλλαγή της γυναικείας ενδυμασίας και την εισαγωγή του πολύπτυχου πέπλου, τον οποίο συγκρατούσαν στους ώμους. Οι πρωιμότερες πόρπες ήταν μικρές και θυμίζουν τις σημερινές παραμάνες. Λίγο αργότερα εμφανίστηκαν οι τοξωτές πόρπες, πιθανότατα κεντροευρωπαϊκής προέλευσης. Από τα μέσα του 9ου αι. π.Χ., άρχισε να παράγεται στην Αττική και στη συνέχεια στη Βοιωτία ένας νέος τύπος ευμεγέθους τοξωτής πόρπης («αττικό-βοιωτικός»/«βοιωτικός») , με εγχάρακτη διακόσμηση ζώων, ψαριών, πουλιών ή μυθολογικών παραστάσεων, ενώ η παραγωγή του επεκτάθηκε σταδιακά και σε άλλες περιοχές (Αρκαδία, Κρήτη, κ.α.).