Amphora
Χρονολόγηση530 π.Χ.
Date
530 BC
MediumΠηλός
Medium
Clay
Dimensions37.5εκ. × 16.8εκ. × 13.2εκ.
Dimensions
37.5 × 16.8 × 13.2 cm
ClassificationΠήλινα
Classification
Ceramics / Pottery
Αριθμός ΑντικειμένουΝΓ0779
Object Number
ΝΓ0779
ΠερίοδοςΑρχαϊκή περίοδος
Period
ΠεριγραφήΚλειστό αγγείο με δύο κάθετες λαβές για τη μεταφορά και αποθήκευση υγρών ή στερεών προϊόντων. Στην μπροστινή όψη αποδίδεται παράσταση έφιππων Αμαζόνων που καλπάζουν προς τα δεξιά. Φορούν κοντό χιτωνίσκο και κράνος και κρατούν δόρατα στα χέρια. Στην άλλη όψη του εικονίζεται Σφίγγα καθιστή ανάμεσα σε δύο λιοντάρια. Η Σφίγγα και τα λιοντάρια έχουν το κεφάλι τους γυρισμένο προς κατεύθυνση αντίθετη του σώματος. Στο κάτω μέρος του αγγείου υπάρχει μελανή ζώνη και μελανό ακτινωτό κόσμημα. Ο αμφορέας είναι διακοσμημένος με τη μελανόμορφη τεχνική. Η χρήση λευκού για τα ακάλυπτα μέρη του σώματος των Αμαζόνων και για το μεσαίο άλογο, μελανού για τα δυο ακριανά άλογα, πορφυρού για τα ενδύματα των Αμαζόνων και τις χαίτες των αλόγων σε συνδυασμό με το πορτοκαλί «βάθος» του πηλού, δημιουργούν μια αίσθηση πολυχρωμίας που ζωντανεύει την εικόνα του αγγείου.Archaic period
Description
Further InformationClosed vessel with two vertical handles used for the storage and transportation of foodstuffs, both liquid and solid. On the front side there is a scene of riding Amazons. They wear short chitons and helmets and hold spears in their hands. On the other side a Sphinx is depicted sitting between two lions. Both the Sphinx and the lions are shown with their heads turned backwards. The lower part is composed by a black zone decorated with black rays. The amphora is decorated in the black-figure technique.
Βlack-figure technique was invented for decorating clay objects. The surface of the object retains its clay colour while the figures and other decorative motifs are made by a clay solution which after the object's firing becomes black. The details of the figures are usually incised whereas other colours, like white and purple, may be used. The use of added white and purple colour for the decoration of the figures (white for the bare parts of the Amazons' bodies and for the middle horse, purple for the Amazons' garments, the horses' manes and the wings of the bird) in combination with the orange background produce a polychrome effect that lends vividness to the picture. The lavish use of added purple and white and the depiction of daemonic creatures (such as the Sphinx) and exotic animals (such as the lions) are typical features of the so-called "Chalcidian" vases, a homogenous group of high-quality black-figure pottery of the second half of the 6th c. BC. Their name derives from the fact that they frequently bear inscriptions in letters of the Chalcidian alphabet. However, "Chalcidian" vases have been found mainly in graves in the West (South Italy, Sicily, Etruria, Massalia [mod. Marseilles], and Emporion in Spain) and most researchers believe that they were produced in one of the Chalcidian colonies in Magna Graecia, e.g. Rhegion, as no such vases have been ever found in Chalcis itself. This particular vase is considered a product of the "Pseudo-Chalcidian" workshop and is attributed to the "Polyphemus Group", a group of black-figure vase-painters whose names are unknown. They were late and poor followers of the first “Chalcidian” painter’s. They are named after an amphora in the British Museum showing the blinding of Polyphemus painted by one of the members of the Group.
Αναφορικά με τη μελανόμορφη τεχνική διακόσμησης πήλινων αντικειμένων, η επιφάνεια αφήνεται στο χρώμα του πηλού, ενώ για τις μορφές και τα διακοσμητικά στοιχεία χρησιμοποιείται διάλυμα πηλού, που μετά το ψήσιμο αποκτά μαύρο χρώμα. Οι λεπτομέρειες των μορφών συνήθως αποδίδονται με εγχάραξη και γίνεται χρήση και άλλων χρωμάτων, όπως το πορφυρό και το λευκό. Η έντονη χρήση πορφυρού και λευκού χρώματος, όπως και η απεικόνιση δαιμονικών μορφών (Σφίγγα) και εξωτικών ζώων (λιοντάρια) χαρακτηρίζουν τα λεγόμενα «Χαλκιδικά» αγγεία, μια ομοιογενή ομάδα μελανόμορφων αγγείων, εξαίρετης ποιότητας, που χρονολογούνται στο β' μισό του 6ου αι. π.Χ. Η ονομασία τους οφείλεται στο γεγονός ότι οι επιγραφές που συχνά φέρουν αποδίδονται με χαρακτήρες του χαλκιδικού αλφαβήτου. Ωστόσο, «Χαλκιδικά» αγγεία έχουν βρεθεί κυρίως σε τάφους στη Δύση (Κάτω Ιταλία, Σικελία, Ετρουρία, Μασσαλία και Εμπόριον στην Ισπανία) και οι περισσότεροι μελετητές πιστεύουν ότι παράγονταν σε κάποια χαλκιδική αποικία της Μεγάλης Ελλάδας, π.χ. το Ρήγιο, αφού στην ίδια τη Χαλκίδα δεν έχουν εντοπιστεί ακόμη παρόμοια δείγματα. Το συγκεκριμένο αγγείο θεωρείται έργο του «ψευδό-χαλκιδικού» εργαστηρίου και αποδίδεται στην Ομάδα του Πολύφημου. Πρόκειται για μια ομάδα αγγειογράφων της μελανόμορφης τεχνικής, των οποίων τα ονόματα είναι άγνωστα. Αν και οπαδοί των πρώτων «Χαλκιδαίων» ζωγράφων τα έργα τους δεν αποδίδουν την υψηλή καλλιτεχνική αξία αυτών. Ονομάζονται συμβατικά έτσι από έναν αμφορέα στο Βρετανικό Μουσείο που δείχνει την τύφλωση του Πολύφημου ζωγραφισμένο από ένα από τα μέλη της Ομάδας του Πολύφημου.